Είναι πλέον γνωστό ότι η Ελληνική Γεωργία καλείται να λειτουργεί στα πλαίσια της ΚΑΠ παρακολουθώντας ταυτόχρονα τις εξελίξεις στον ευρύτερο Ευρωπαϊκό και Παγκόσμιο χώρο που κυριαρχείται από υψηλό ανταγωνισμό στα αγροτικά προϊόντα . Στα πλαίσια του διεθνούς αυτού ανταγωνισμό παρά τα τεράστια κονδύλια που έχουν εισρεύσει στον αγροτικό τομέα η Ελληνική Γεωργία μοιάζει ακόμη ανοχύρωτη και χωρίς δυνατότητα προσαρμογής.
Επίσης έχει τονιστεί κατά κόρον ότι για την επιβίωση της Ελληνικής Γεωργίας είναι επιτακτική ανάγκη να χαραχθεί κατόπιν μελέτης μια Εθνική Πολιτική και Στρατηγική που θα στοχεύει στις καλλιέργειες που έχουν προοπτική, που θα στοχεύει στη παραγωγή προϊόντος ποιότητας κλπ αφού το κόστος παραγωγής είναι αναπόφευκτα υψηλό.
Δυστυχώς όμως και στη νέα προγραμματική περίοδο 2014-2020 για μία ακόμη φορά γίνεται πολύς θόρυβος για τη «μοιρασιά του πακέτου» μέχρι το 2020 και το χειρότερο είναι ότι Αγροτική Πολιτική Ηγεσία, παραγωγικές τάξεις, εκπρόσωποι και φορείς των αγροτών , συνεταιριστικές οργανώσεις κλπ, δεν κάνουν καμία αναφορά στη παραγωγή αλλά και στην ανάγκη επαναδραστηριοποίησης των Γεωτεχνικών στη διαδικασία της Γεωργικής παραγωγής και στην απεμπλοκή τους από τις δραστηριότητες που αφορούν μόνο την απορρόφηση κοινοτικών πόρων.
Για την ιστορία θέλω να αναφέρω ότι κάποτε ο Γεωτεχνικό κλάδος είχε εκτίμηση και φήμη. Το έργο του ήταν κυρίως Γεωπονικό και Αναπτυξιακό. Μετά με κύρια ευθύνη του ΥΠΑΑΤ σταμάτησε να παράγει και να προσφέρει επιστημονική γνώση. Το ΥΠΑΑΤ τον ανακάτεψε με τις γραφειοκρατικές εργασίες του κοινοτικού καθεστώτος (επιδοτήσεις κλπ) που θα μπορούσαν να γίνουν από άτομα με χωρίς ιδιαίτερα προσόντα.
Σταμάτησαν δηλαδή τον Γεωτεχνικό να επικοινωνεί επιστημονικά με το φυσικό του συνεργάτη τον αγρότη, ο οποίος κάποτε λόγω της μεγάλης ευφορίας που ακολούθησε την ένταξη της χώρας μας στην Ε.Ε θεώρησε ότι δεν τον είχε ανάγκη.
Επίσης για πολλά χρόνια άφησαν τον αγρότη μόνο του χωρίς να είναι ενημερωμένος για το τι πρόκειται να επακολουθήσει χάνοντας έτσι το φυσικό του συνεργάτη – σύμβουλό του το γεωτεχνικό. Με τις υψηλές επιδοτήσεις και τις υψηλές παραγωγές που πέτυχε με τη βοήθεια κυρίως της ιδιωτικής πρωτοβουλίας απέκτησε άλλη νοοτροπία. Μια νοοτροπία που κατά την γνώμη μου δεν ευνοεί το γρήγορο εκσυγχρονισμό.
Δυστυχώς όμως και οι συνδικαλιστικές οργανώσεις των γεωτεχνικών και κυρίως το ΓΕΩΤΕΕ δεν μπόρεσαν ή δεν ήθελαν να αντιληφθούν έγκαιρα ή να αποτρέψουν την υποβάθμιση του κλάδου η οποία συμπαρέσυρε και την Γεωργία προς αυτή την κατεύθυνση. Και βέβαια και Γεωτεχνικά Ιδρύματα δεν είναι άμοιρα ευθυνών που αδιαφόρησαν ή δεν αγωνίστηκαν για να φτιάξουν του «σύγχρονους» Γεωτεχνικούς επιστήμονες. Τρεις και πλέον δεκαετίες ενασχόλησης με τις επιδοτήσεις ήταν αρκετές για να απομακρύνουν ένα σημαντικό επιστημονικό και δημιουργικό κομμάτι του Γεωτεχνικού κλάδου από τις σύγχρονες εξελίξεις στον αγροτικό τομέα.
Και βέβαια αναρωτήθηκε κανείς όλα αυτά μπορεί να έγιναν τυχαία; Μόνοι τους αποφάσισαν για παράδειγμα οι Γεωτεχνικοί να μετακομίσουν από το χωράφι στα κατά τόπους γραφεία των Διευθύνσεων Γεωργίας; ή μήπως αυτό μαζί με πολλά άλλα (έλλειψη εκπαίδευσης – ενημέρωσης, έρευνας αλλά και η διάλυση του ακρογωνιαίου λίθου μιας σοβαρής αγροτικής πολιτικής που είναι ο συνεταιρισμός κλπ) εντάσσεται σε κάποια στρατηγική για να δικαιολογεί η εκάστοτε Αγροτική Πολιτική Ηγεσία τα κακώς κείμενα στη Γεωργία;
Μετά το 1981 το ΥΠΑΑΤ εγκατέλειψε σταδιακά τις γεωργικές εφαρμογές με τους δοκιμαστικούς και πειραματικούς αγρούς που έστηναν οι γεωτεχνικοί στην Περιφέρεια και τους μετέτρεψε σε διεκπεραιωτές των κοινοτικών επιδοτήσεων. Ευτυχώς βέβαια που ήρθε ο ιδιωτικός τομέας που προσπάθησε και σε κάποιο βαθμό τα κατάφερε να καλύψει το κενό που παρουσιάστηκε από την αναπτυξιακή περιθωριοποίηση των γεωτεχνικών των γεωργικών εφαρμογών.
Το αμέσως επόμενο πλήγμα ήταν το «ξεφόρτωμα» ενός μεγάλου αριθμού γεωτεχνικών στην Τοπική αυτοδιοίκηση Α και Β βαθμού χωρίς Σχέδιο και Προγραμματισμό. Προσωπικά τότε ως Γεωπόνος και Νομαρχιακός Σύμβουλος είχα διαφωνήσει με αυτή την ενέργεια και δυστυχώς δικαιώθηκα γιατί ακόμα οι γεωτεχνικοί στην Αυτοδιοίκηση ψάχνουν να βρουν το ρόλο τους.
Μετά ακολούθησε ο Καλλικράτης ο οποίος προκάλεσε την περαιτέρω διάσπαση των γεωτεχνικών υπηρεσιακών δομών τόσο στην αιρετή Περιφέρεια και στο Δήμο όσο και στην αποκεντρωμένη Περιφέρεια ενώ ταυτόχρονα η συνένωση των Δ/νσεων Γεωργίας – Εγγείων Βελτιώσεων – Κτηνιατρικής – Αλιείας – Πολιτικής Γης δημιούργησε κατά τη γνώμη μου δυσλειτουργικές υπηρεσίες σε κάθε Περιφερειακή Ενότητα .
Και βέβαια όλοι πλέον γνωρίζουν την τύχη (έχουν κλείσει όλα) των Τοπικών Κέντρων Αγροτικής Ανάπτυξης (ΤΟΚΑΑ) του τότε Υπουργού Αλέξανδρου Κοντού που θα αποτελούσαν το μοχλό στήριξης των αγροτών όπως έλεγε τότε.
Σήμερα λοιπόν αν κάνουμε έναν απολογισμό αυτών των ενεργειών θα διαπιστώσουμε ότι ο κλάδος των Γεωτεχνικών σταδιακά περιθωριοποιήθηκε και απομονώθηκε από τα κέντρα Σχεδιασμού και των αποφάσεων του αγροτικού χώρου. (θα τολμούσα να πω σκόπιμα με στόχο την ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών του ΥΠΑΑΤ με όλες τις συνέπειες που βιώνει σήμερα ο Αγρότης. Και βέβαια το μόνο που κατάφεραν να κάνουν είναι οι Γεωτεχνικές Υπηρεσίες να αποτελούν στόχο απαράδεκτων επιθέσεων από διάφορους σχετικούς – άσχετους περί την γεωργία όψιμους αγροτοπατέρες που στην προσπάθειά τους να ικανοποιήσουν την οποιαδήποτε φιλοδοξία τους μόνο σύγχυση προκαλούν στον αγροτικό κόσμο.
Είμαι πεπεισμένος ότι αυτό το έγκλημα της απομόνωσης των Γεωτεχνικών από το Σχεδιασμό της Αγροτικής Πολιτικής πληρώνουν σήμερα και οι αγρότες και ο κλάδος. Συνεπώς το Υποκριτικό σύνθημα «ο Γεωτεχνικός στο χωράφι» είναι επιτακτική ανάγκη να αντικατασταθεί με το «Ο Γεωτεχνικός στο Σχεδιασμό της αγροτικής πολιτικής» γιατί δεν έχει νόημα να είναι στο χωράφι χωρίς Σχέδιο – Σκοπό και Πρόγραμμα.
Πρέπει λοιπόν άμεσα να προσδιορίσουμε ποιο είναι το όραμά μας για την Ελληνική Γεωργία. Πιστεύω ότι η ανάπτυξη του πρωτογενή Τομέα και η ορθολογική διαχείριση των φυσικών πόρων και του περιβάλλοντος πρέπει να αποτελέσουν στρατηγική επιλογή της πολιτείας για την έξοδο της χώρας από τη κρίση. Συνεπώς :
ü Απαιτείται να δούμε με περισσότερη σοβαρότητα την έρευνα – εκπαίδευση – ενημέρωση του αγροτικού κόσμου
ü Να προχωρήσει η πολιτεία στην άμεση επανίδρυση του ΥΠΑΑΤ αξιοποιώντας όλα το έμπειρο επιστημονικό δυναμικό ενοποιώντας όλες της Υπηρεσιακές δομές.
ü Επιβάλλεται η άμεση δραστηριοποίηση των γεωργικών εφαρμογών, ο επαναπροσδιορισμός της φυσιογνωμίας του ειδικού Γεωπόνου Εφαρμογών και επανασύνδεση της γεωργικής έρευνας με τις γεωργικές εφαρμογές, γιατί οι γεωργικές εφαρμογές απλά έκαναν τον επιστημονικό – ερευνητικό λόγο «μασημένη τροφή» για τους παραγωγούς.
ü Επείγει δηλαδή να φτιαχτεί ένα σύγχρονο δίκτυο εφαρμογών και έρευνας που θα εξαπλώνεται μέχρι τον κάθε Δήμο και Κοινότητα για την στήριξη και επιμόρφωση των παραγωγών χωρίς καμία επιβάρυνση της γεωργικής εκμετάλλευσης.
Είναι τραγικό λάθος να πιστεύει κανείς ότι θα ξεφύγει ο γεωργικός τομέας από την κρίση χωρίς τον γεωτεχνικό να παίξει κυρίαρχο ρόλο, γιατί οι γεωτεχνικοί αποτελούν τον βασικό μοχλό γεωργικής ανάπτυξης. Μια απλή ανάγνωση της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας ξεκινώντας από την Ελλάδα της φτώχειας και του υποσιτισμού στις αρχές του αιώνα φτάσαμε στην αυτάρκεια της παραγωγής και αυτό υποδηλώνει την καθοριστική συμβολή της γεωτεχνικής επιστήμης.
Σήμερα άραγε ποιοι και με ποιους στόχους καθορίζουν την γεωργική πολιτική της χώρας;
ΝΙΚΟΣ ΜΙΧΑΛΟΠΟΥΛΟΣ
ΓΕΩΠΟΝΟΣ