Σε όλο τον άξονα της Εγνατίας από την Θράκη μέχρι την Ήπειρο, αλλά και στην Κεντρική και Νότια Ελλάδα, η ερήμωση απλώνεται σαν μεταδοτική ασθένεια, τα χωριά πεθαίνουν και παίρνουν σειρά οι μικρές πόλεις. Το κράτος αποσύρει σταδιακά όλες τις δημόσιες υπηρεσίες, ο αγροτικός και ο κτηνοτροφικός τομέας, βυθίζονται στη δίνη των σκανδάλων, των ασθενειών και της αδιαφορίας και, οι «επενδύσεις» αφορούν περισσότερο την Αθήνα παρά ενισχύουν την τοπική οικονομία.
Πρωτοφανής περίοδος αποδυνάμωσης και εγκατάλειψης στα βόρεια
– Το Σουφλί, η ιστορική κωμόπολη του Έβρου, τα τελευταία χρόνια έχει χάσει το σχεδόν το 22% του πληθυσμού του. Ο Δήμαρχος, Παναγιώτης Καλακίκος, μιλώντας στο Dnews, μεταφέρει την έντονη ανησυχία των κατοίκων και επισημαίνει ότι η περιοχή «βιώνει μία πρωτοφανή περίοδο αποδυνάμωσης και εγκατάλειψης».
Οι κάτοικοι του δήμου που δέχθηκε σοβαρό πλήγμα από τις πυρκαγιές του 2022 και του 2023 περίμεναν «στοχευμένες παρεμβάσεις ενδυνάμωσης της τοπικής κοινωνίας», αντίθετα όπως τονίζει ο Δήμαρχος, «υπήρξαν δυσμενείς αποφάσεις οι οποίες έχουν φέρει την περιοχή σε δύσκολη θέση».
Η μείωση του πληθυσμού δεν είναι φυσικό φαινόμενο, συμβαίνει επειδή κανείς δεν κάνει κάτι για να την ανατρέψει. «Καταργήθηκε η 7η Ταξιαρχία, σταμάτησε η εκπαίδευση των νεοσυλλέκτων, από τον Δεκέμβριο υποβαθμίζεται η τράπεζα και μεταξύ των άλλων από τα τρία καταστήματα ΕΛΤΑ στο νομό Έβρου που κλείνουν τα δύο είναι στο Δήμο Σουφλίου» τονίζει ο κ. Καλακίκος. «Αυτά δεν είναι απλώς διοικητικές αλλαγές, αποτελούν πλήγμα στην καθημερινότητα των πολιτών και την τοπική οικονομία. Δεν έχουμε δημόσιες υπηρεσίες γιατί έκλεισαν το ΙΚΑ, τον σημερινό ΕΦΚΑ, τα Δικαστήρια, την Εφορία, συνεχώς κλείνουν υπηρεσίες, με ένα Κέντρο Υγείας διαρκώς υποστελεχωμένο, το κράτος δεν διαθέτει πιστώσεις για την εξυπηρέτηση των πολιτών και οι πολίτες αναγκάζονται να μετακινούνται από 65 έως και 100 χιλιόμετρα με κόστος, για να πάνε στην Αλεξανδρούπολη ή την Ορεστιάδα» συμπληρώνει ο Δήμαρχος Σουφλίου και τονίζει ότι «ο επικαλούμενος ψηφιακός μετασχηματισμός είναι για εμάς τιμωρία».
Τιμωρία είναι για την πλειοψηφία των αγροτών και των κτηνοτρόφων της περιοχής, η αδυναμία να αντιμετωπιστεί η ευλογιά των αιγοπροβάτων, το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, αλλά και η ανικανότητα του κράτους να διαχειριστεί τα νερά του Έβρου. Μία περιοχή που όπως τονίζει ο Δήμαρχος, το χειμώνα πλημμυρίζει και το καλοκαίρι δεν έχουν νερό οι αγρότες να ποτίσουν τα χωράφια τους.
«Αν θα έρθει κάποιος να συζητήσει με τους κατοίκους θα αντιληφθεί την πικρία την απογοήτευση και τη δίκαιη αγανάκτηση ότι πλέον είναι μόνοι τους. Μόνοι τους πρέπει να αγωνιστούν για να ζήσουν σε αυτή την περιοχή και να διατηρήσουν την περιουσία τους και τη ζωή τους» επισημαίνει ο κ. Καλακίκος.
Τα στοιχεία επιβεβαιώνουν την ερήμωση – Οι αρνητικοί πρωταθλητές των απωλειών
Τα δημογραφικά στοιχεία του τμήματος Μηχανικών Χωροταξίας και Ανάπτυξης του ΑΠΘ υπό την καθοδήγηση του καθηγητή, Νικόλα Καρανικόλα, είναι ιδιαίτερα ανησυχητικά κυρίως για το μέλλον της περιφέρειας, των οικισμών, των πολυάριθμων χωριών και των κωμοπόλεων της Ελλάδας.
Όπως αναφέρει το ρεπορτάζ του Θωμά Καλέση από το parallaximag, είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό το γεγονός της γήρανσης του πληθυσμού, ο οποίος στη χώρα μας αγγίζει το 22,8%. Σε απλά μαθηματικά, αυτό σημαίνει ότι περίπου το 1/4 των κατοίκων της Ελλάδας, είναι άνω των 65 ετών. Με βάση τα στοιχεία οι Σέρρες (με 30,3%) και τα Γρεβενά (με 31,7%), παρουσιάζουν από τα υψηλότερα ποσοστά ηλικιωμένων σε ολόκληρη τη χώρα.
Στην Κεντρική Μακεδονία, ο νομός Σερρών, υφίσταται και τις μεγαλύτερες απώλειες πληθυσμού και ερήμωσης καθώς διαθέτει τους 5 Δήμους με τις μεγαλύτερες απώλειες. Ο Δήμος Νέας Ζίχνης έχει χάσει σε μία δεκαετία το 33,3% των κατοίκων του, ακολουθούν οι Δήμοι Ηράκλειας (με απώλειες 25,7%), Αμφίπολης (21,9%), Εμμανουήλ Παππά (21%) και Βισαλτίας (19,9%).
Σε ότι αφορά την Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, τις μεγαλύτερες πληθυσμιακές μεταβολές παρουσιάζουν δύο δήμοι της Δράμας, Κάτω Νευροκοπίου με ποσοστό που φτάνει το 32,3% και Παρανεστίου με απώλειες 27,1%. Ακολουθεί ο Δήμος Σουφλίου της Περιφερειακής Ενότητας Έβρου με 21,6% και ο Δήμος Μαρώνειας – Σαπών της Περιφερειακής Ενότητας Ροδόπης με 19,5%.
Η Κεντρική Μακεδονία την τελευταία δεκαετία έχασε 86.439 κατοίκους απώλεια που αντιστοιχεί στο 4,5% του συνολικού πληθυσμού. Οι απώλειες στην Ανατολική Μακεδονία Θράκη αγγίζουν το 7,5% του πληθυσμού, αλλά το μεγαλύτερο πρόβλημα το αντιμετωπίζει η Δυτική Μακεδονία, όπου μέσα σε μία δεκαετία έχασε το 16% του πληθυσμού της.
Η απολιγνιτοποίηση διέλυσε τη Δυτική Μακεδονία
Δραματικά είναι τα στοιχεία για τη Δυτική Μακεδονία, από τη βίαιη μετάβαση και την απολιγνιτοποίηση, τη συρρίκνωση της γουνοποιίας και την εκτόξευση της φτώχειας που οδηγεί σταδιακά στη μαζική μετανάστευση των νέων.
Τα στοιχεία από το ρεπορτάζ του Σωκράτη Μουτίδη, από τον xrono-kozanis είναι αποκαλυπτικά. Οι αριθμοί αποτυπώνουν με σαφήνεια το μέγεθος της κρίσης που βιώνει η περιοχή. Οι ηλικίες από 19 έως 40 ετών αποτελούν μόλις το 7% του πληθυσμού, ενώ πάνω από 90.000 πολίτες της Δυτικής Μακεδονίας ζουν στο όριο της φτώχειας.
Σύμφωνα με τον Παναγιώτη Κεπαπτσόγλου, πρόεδρο της Ένωσης Δήμων της Δυτικής Μακεδονίας, «η μετάβαση στη μεταλιγνιτική και στη μεταγουνοποιητική εποχή εξελίσσεται με βίαιο τρόπο, χωρίς τα αναμενόμενα αποτελέσματα τόσο για την κοινωνία όσο και για την οικονομία».
Η κατάρρευση του γουνοποιητικού κλάδου οδήγησε σε συρρίκνωση του ΑΕΠ της Περιφερειακής Ενότητας Καστοριάς που ξεπέρασε τα 200 εκατ. ευρώ, οι εξαγωγές κατρακύλησαν από τα 250 στα 40 εκατομμύρια ευρώ, ο αριθμός των εργαζομένων στον κλάδο από 5.000 μειώθηκε σε μόλις 750, ενώ από τις 2.000 επιχειρήσεις έχουν απομείνει περίπου 450, χωρίς να είναι όλες ενεργές.
Βαρύ είναι το και το τίμημα της απολιγνιτοποίησης. Όπως τονίζει, ο κ. Κεπαπτσόγλου, η Δυτική Μακεδονία, η οποία σήκωσε για δεκαετίες το ενεργειακό βάρος της χώρας, εξακολουθεί να πληρώνει το κόστος της ενεργειακής μετάβασης. «Η κατάσταση στη Δυτική Μακεδονία είναι δύσκολη και πρόκειται για μια εικόνα που δεν μας αξίζει και υποβαθμίζει τον τόπο μας», υπογραμμίζει, καλώντας για «δικαιοσύνη, ισότιμη μεταχείριση και ουσιαστική στήριξη, ώστε όσοι απέμειναν να μπορούν να μείνουν, να δημιουργούν και να ζουν με αξιοπρέπεια».
Αδειάζουν τα χωριά στην Ήπειρο – Πολλαπλάσιοι οι θάνατοι σε σχέση με τις γεννήσεις
Σύμφωνα με την απογραφή του 2001 ο μόνιμος πληθυσμός της Ηπείρου ήταν 336.392, μειωμένος σε σχέση με το 1991. Τα επόμενα χρόνια υπήρξε σταθεροποίηση καθώς η απογραφή του 2011 αποτύπωσε τον πληθυσμό στις 336.856.
Όμως, όπως αναφέρει το ρεπορτάζ της Βάσως Σκουλία από το epiruspost, η μεγάλη βουτιά γίνεται στην τελευταία απογραφή, αυτή που για πρώτη φορά έγινε και ηλεκτρονικά εν μέσω πανδημίας. (2021-22) Η Ήπειρος έχασε μία πόλη καθώς ο πληθυσμός μειώθηκε κατά 17 περίπου χιλιάδες και οι μόνιμοι κάτοικοι της περιοχής ανέρχονται σε 319.543.
Αξιοσημείωτο είναι ότι ο πληθυσμός καταγράφεται μειωμένος στους 17 από τους 18 Δήμους. Εξαίρεση αποτέλεσαν τα Ιωάννινα όπου ο πληθυσμός, οριακά, αυξήθηκε.
Το περίφημο και πολυδιαφημισμένο Ζαγόρι με τα 45 χωριά έχει μόνιμο πληθυσμό μόλις 3.384 κατοίκους. Ο πραγματικός πληθυσμός ωστόσο είναι λιγότερος με ολόκληρα χωριά κατά την χειμερινή περίοδο να είναι έρημα, με τους κατοίκους να είναι και λιγότεροι από πέντε.
Τα χωριά στον Δήμο Πωγωνίου στην απογραφή του 2021 εμφανίζονται με 6.859 κατοίκους περίπου τρεις χιλιάδες λιγότερους από την προηγούμενη απογραφή. Χωριά πάνω στα σύνορα είναι άδεια με ορισμένα στην περιοχή του Άνω Πωγωνίου να έχουν μηδενικό αριθμό κατά την χειμερινή περίοδο. Ανάλογη είναι η εικόνα και στην Κόνιτσα με τα περίφημα Μαστοροχώρια της τα οποία έχουν αδειάσει από κατοίκους.
Σχολεία δεν υπάρχουν και όπου υπάρχουν μαθητές –ελάχιστοι- θα πρέπει να διανύουν τουλάχιστον πενήντα χιλιόμετρα σε καθημερινή βάση.
Το 2024 η Περιφέρεια Ηπείρου καταγράφει σημαντικό δημογραφικό έλλειμμα, καθώς οι θάνατοι ανήλθαν σε 4.192, ενώ οι γεννήσεις περιορίστηκαν στις 1.790, σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής.
Το φυσικό ισοζύγιο πληθυσμού είναι αρνητικό κατά 2.402 άτομα, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για πολιτικές στήριξης των οικογενειών και ενίσχυσης της νεολαίας.
Αχαΐα: Η αθόρυβη ερήμωση της περιφέρειας
Μια ανησυχητική πραγματικότητα αποκαλύπτεται στην Αχαΐα, από τις κορυφές των Καλαβρύτων έως τις πεδινές κοινότητες της Δυτικής Αχαΐας. Όπως αναφέρει το ρεπορτάζ της Αγγελικής Καραλή από το Ionian, η πληθυσμιακή συρρίκνωση δεν αποτελεί πλέον μια απλή τάση, αλλά μια βαθιά και αθόρυβη κρίση που αλλάζει τον χάρτη της υπαίθρου. Μία ολόκληρη περιοχή με ιστορία, φυσικό πλούτο και ανθρώπους με βαθιές ρίζες, κινδυνεύει να ερημώσει αν δεν υπάρξει άμεσο σχέδιο στήριξης.
Χωριά που άλλοτε έσφυζαν από ζωή βρίσκονται σήμερα στα όρια της εγκατάλειψης, με τους νέους να αναζητούν διέξοδο σε αστικά κέντρα ή στο εξωτερικό και τους εναπομείναντες κατοίκους – κυρίως ηλικιωμένους – να παλεύουν με την έλλειψη υπηρεσιών, εργασίας και υποδομών.
Στα Καλάβρυτα, η μείωση πληθυσμού είναι πλέον εμφανής. Πολλά χωριά έχουν λιγότερους από 50 μόνιμους κατοίκους, στη μεγάλη τους πλειονότητα ηλικιωμένους. Η εργασία περιορίζεται σε εποχικές αγροτικές δραστηριότητες ή στον τουρισμό, που ωστόσο δεν αρκεί για να κρατήσει τους νέους στον τόπο τους.
Η εγκατάλειψη των ορεινών χωριών της Αιγιάλειας, συνεχίζεται με ανησυχητικούς ρυθμούς. Η απομάκρυνση υπηρεσιών όπως τα ΕΛΤΑ, αλλά και η ελλιπής συγκοινωνία, δυσκολεύουν ακόμη περισσότερο την καθημερινότητα όσων μένουν πίσω.
Στον Δήμο Ερύμανθου, το φαινόμενο είναι πιο έντονο. Οι νέοι, αμέσως μετά το λύκειο, μετακινούνται προς την Πάτρα, την Αθήνα ή στο εξωτερικό. Όσοι μένουν πίσω ασχολούνται κυρίως με τη γεωργία, αλλά με χαμηλά εισοδήματα και μικρές προοπτικές ανάπτυξης. Ακόμα και στη Δυτική Αχαΐα, όπου η πρόσβαση προς την Πάτρα είναι πιο εύκολη, ο πληθυσμός παρουσιάζει τάσεις γήρανσης.
Η ανάγκη για βελτίωση συγκοινωνιών, πρόσβαση σε υπηρεσίες (υγεία, ΕΛΤΑ, ΚΕΠ), η στήριξη τοπικής επιχειρηματικότητας, ενίσχυση ψηφιακών υποδομών είναι άμεση. Η Αχαΐα έχει πλούσια ιστορία, μοναδική φύση και ανθρώπους που αγαπούν τον τόπο τους. Όμως, χωρίς σχέδιο, οι εικόνες των ερημωμένων χωριών θα γίνουν η νέα κανονικότητα. Το δημογραφικό δεν είναι απλώς μια στατιστική. Είναι το ερώτημα αν η ύπαιθρος θα παραμείνει ζωντανή για τις επόμενες γενιές.
Η Ηλεία συρρικνώνεται
Ο Νομός Ηλείας αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα των συνεπειών του δημογραφικού προβλήματος στην ελληνική περιφέρεια. Με βάση τα στοιχεία της απογραφής του 2021, ο πληθυσμός της Ηλείας μειώθηκε κατά περίπου 10% σε σχέση με το 2011, με πολλούς οικισμούς να έχουν κυριολεκτικά «γεράσει» ή και ερημώσει.
Το 2024 καταγράφηκαν στην Ηλεία συνολικά 2.301 θάνατοι, έναντι μόλις 323 γεννήσεων εντός του νομού, αριθμός που πάντως δεν περιλαμβάνει τις γεννήσεις σε νοσοκομεία εκτός Ηλείας.
Στην Αμαλιάδα, το 2024 σημειώθηκαν 384 θάνατοι έναντι 321 το 2023, παρουσιάζοντας αύξηση της τάξης του 13%. Αντίθετα, στη Δημοτική Ενότητα Πύργου, καταγράφηκε μια ελαφρά μείωση, με 453 θανάτους έναντι 478 το 2023 (μείωση περίπου 5,5%).
Tαυτόχρονα, το ποσοστό των ηλικιωμένων άνω των 65 ετών είναι πολύ υψηλό, οι γεννήσεις είναι λιγότερες από τους θανάτους εδώ και χρόνια με αποτέλεσμα να υπάρχει έλλειψη νεανικού πληθυσμού, ειδικά σε αγροτικές κοινότητες.
Απαισιόδοξες οι προβλέψεις
Το φαινόμενο της υπογεννητικότητας στην Ελλάδα καθώς και η γήρανση του πληθυσμού είναι ένα γεγονός, το οποίο εξελίσσεται αδιάκοπα τα τελευταία 35-40 χρόνια.
Διαπιστωμένα, η Ελλάδα έχει από τους χαμηλότερους ρυθμούς γεννήσεων στην Ευρώπη, και χαρακτηριστικό είναι ότι ορισμένα χωριά δεν έχουν καταγράψει ούτε μία γέννηση εδώ και χρόνια.
Για 4η συνεχόμενη χρονιά υπάρχει αρνητικό ισοζύγιο μεταξύ γεννήσεων και θανάτων στη χώρα μας και καθίσταται πλέον σαφές πως αν δεν υπάρξουν συγκροτημένες πολιτικές που να δίνουν κίνητρο απόκτησης παιδιού στις νέες οικογένειες θα έχουμε ένα εξαιρετικά αρνητικό δεδομένο για τη χώρα μας αφού σύμφωνα με εκτιμήσεις το 2050 ο πληθυσμός της Ελλάδας δεν θα ξεπερνά τα 7,5 εκατομμύρια.
“Καμπανάκι” και για το ασφαλιστικό
Η πληθυσμιακή εικόνα της Ελλάδας αλλάζει δραματικά, με τις ενεργές παραγωγικές ηλικίες να συρρικνώνονται και τους ηλικιωμένους να αυξάνονται ραγδαία.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) από το 2008 μέχρι σήμερα η ομάδα των 30άρηδων έχει μειωθεί κατά περίπου 700.000 άτομα, ενώ την ίδια περίοδο οι πολίτες άνω των 65 ετών αυξήθηκαν κατά 405.000.
Συνολικά, η χώρα έχει «απολέσει» πάνω από 720.000 κατοίκους (8,5% του πληθυσμού) την περίοδο 2008-2025, με τις μεγαλύτερες απώλειες να καταγράφονται στις ηλικίες 30-44 ετών (μείωση 683.000 ατόμων) και 25-29 ετών (πτώση σχεδόν 30%).
Αντίθετα, οι ηλικιακές ομάδες 15-19 και 65+ έχουν αυξηθεί, αν και για διαφορετικούς λόγους: η πρώτη λόγω παροδικών αυξήσεων στις γεννήσεις, η δεύτερη λόγω γήρανσης του πληθυσμού και αύξησης του προσδόκιμου ζωής.
Η αναλογία εργαζομένων προς συνταξιούχους έχει ήδη υποχωρήσει στο 1,7 προς 1, πολύ χαμηλότερα από το απαιτούμενο 4 προς 1 για βιώσιμο ασφαλιστικό σύστημα.
Πρακτικά, αυτό σημαίνει πως για κάθε 100 άτομα σε ηλικία εργασίας (συνήθως 15-64 ετών) υπάρχουν 46 άτομα ηλικίας από 65 και πάνω, που θεωρούνται οικονομικά εξαρτώμενα. Αν δηλαδή η χώρα μας έχει 6,5 εκατ. ανθρώπους ηλικίας 15-64, τότε με δείκτη 46% οι ηλικιωμένοι 65+ θα είναι περίπου 3 εκατομμύρια.
Ιστορικό χαμηλό για τα «πρωτάκια»
Την ίδια ώρα, τα 71.181 «πρωτάκια» της σχολικής περιόδου 2025-2026, δηλαδή τα παιδιά που ξεκινούν το εκπαιδευτικό τους δρομολόγιο από την Α’ τάξη του δημοτικού σχολείου, είναι τα πλέον ολιγάριθμα στη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας.
Στο ισχνό πλήθος τους αντανακλάται στο πλήρες μέγεθός του και με όλες τις δραματικές προεκτάσεις του το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας. Με μια ακόμη πιο μελαγχολική και δυσοίωνη προοπτική για το άμεσο μέλλον, εφόσον η υπογεννητικότητα είναι εκ των πραγμάτων συνταγή μαρασμού με προδιαγεγραμμένη «επιτυχία».
Οι 71.181 μαθητές της φετινής Α’ Δημοτικού είναι παιδιά που γεννήθηκαν το 2019 (εντός και εκτός Ελλάδος), σε μια αναλογία ημεδαπών και αλλοδαπών περί το 9 προς 1. Όμως, εάν ανατρέξει κάποιος στα επίσημα στοιχεία για τον ελληνικό πληθυσμό, τη συγκεκριμένη χρονιά (2019) είχαν καταγραφεί 83.756 γεννήσεις. Άρα, κάπου ανάμεσα στο Ληξιαρχείο και την ηλεκτρονική πλατφόρμα εγγραφής στην Α’ Δημοτικού 12.575 παιδιά έχασαν τον δρόμο για το σχολείο. Σε ποσοστιαία βάση η διαρροή αυτή αντιστοιχεί σε περίπου 15%.
(με στοιχεία κaι από το dnews.gr)















