Η έγκαιρη διάγνωση σοβαρών ηπατικών παθήσεων αποτελεί κρίσιμο ζήτημα, καθώς η πρόγνωση είναι «φτωχή» όταν ανιχνεύονται καθυστερημένα. Μία νέα μελέτη από το Karolinska Institutet στη Σουηδία παρουσιάζει έναν απλό, αλλά ιδιαίτερα ακριβή τρόπο εκτίμησης του κινδύνου, που μπορεί να εφαρμοστεί ήδη στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας.
Η μέθοδος, γνωστή ως CORE, βασίζεται σε τρία κοινά ένζυμα του ήπατος (AST, ALT και GGT), καθώς και στην ηλικία και το φύλο του ατόμου. Οι ερευνητές αξιολόγησαν την ακρίβεια του μοντέλου χρησιμοποιώντας δεδομένα από περισσότερα από 480.000 άτομα στη Στοκχόλμη, που υποβλήθηκαν σε προληπτικές εξετάσεις μεταξύ 1985 και 1996. Παρακολουθώντας τους συμμετέχοντες για έως και 30 χρόνια, διαπιστώθηκε ότι περίπου το 1,5% ανέπτυξε σοβαρή ηπατική νόσο, όπως κίρρωση ή καρκίνο του ήπατος ή χρειάστηκε μεταμόσχευση ήπατος.
Το μοντέλο CORE κατάφερε να διαχωρίσει με μεγάλη ακρίβεια τα άτομα που θα εμφάνιζαν ή δεν θα εμφάνιζαν σοβαρή ηπατική νόσο στο 88% των περιπτώσεων, βελτιώνοντας την αποτελεσματικότητα σε σχέση με τη μέθοδο FIB-4, που χρησιμοποιείται σήμερα.
Η νέα αυτή προσέγγιση ανοίγει τον δρόμο για έγκαιρη πρόληψη σοβαρών ηπατικών νόσων και ενισχύει τη δυνατότητα των γιατρών πρωτοβάθμιας φροντίδας να παρέχουν εξατομικευμένη εκτίμηση κινδύνου. Με την ευρεία εφαρμογή της, η μέθοδος CORE μπορεί να συμβάλει σημαντικά στη μείωση της θνησιμότητας από ηπατικές νόσους και στην έγκαιρη θεραπεία όσων κινδυνεύουν περισσότερο.
ygeiamou.gr














