Γράφει η Κατερίνα Αναγνωστοπούλου – Σωτηροπούλου
Ο γάμος γινόταν συνήθως Κυριακή, εκτός εξαιρετικών περιπτώσεων, γι’ αυτό και έλεγαν: «Όλα στραβά και ανάποδα και ο γάμος την Τετάρτη». Απέφευγαν το γάμο το Μάη (που ζευγάρωναν τα γαϊδούρια), τη σαρακοστή και τα δίσεκτα χρόνια.
Προτιμούσαν για την τέλεση του γάμου τους άδειους μήνες, δηλαδή τους μήνες που δεν γίνονταν βασικές γεωργικές εργασίες (σπορά, θέρισμα, συγκομιδή προϊόντων κτλ).
Επίσης , απέφευγαν δύο αδέλφια να παντρευτούν τον ίδιο χρόνο σε διαφορετική ημερομηνία , γιατί το ένα από αυτά θα χώριζε . Αν παντρεύονταν τον ίδιο χρόνο , ο γάμος θα γινόταν και την ίδια μέρα.
Τα πιο παλιά χρόνια ο γάμος γινόταν στο σπίτι και αργότερα στην εκκλησία.
Κουμπάρος γινόταν ο νονός του γαμπρού. Αν ο νονός του γαμπρού δεν βρισκόταν στη ζωή, τότε τα στέφανα τα άλλαζε ένα από τα παιδιά του. Αν πάλι συνέβαινε να υπάρχει κάποιο κώλυμα, τότε ο γαμπρός ήταν ελεύθερος να επιλέξει κουμπάρο.
Από εκείνα τα χρόνια οι ελεύθερες έπαιρναν κουφέτα του δίσκου για να βάλουν στο μαξιλάρι τους. Πίστευαν πως θα δουν στον ύπνο του τον άντρα που θα πάρουν…
(Στη φωτογραφία ο γάμος των γονιών μου Γιάννη και Αφροδίτης Αναγνωστοπούλου, που έγινε στον Πύργο το 1952)
Συνεχίζεται












