Δεκτή έγινε από το Μονομελές Πρωτοδικείο Ηλείας αγωγή περί αναγνώρισης της ακυρότητας καταγγελίας σύμβασης εργασίας εργαζομένης, η οποία ευρίσκετο σε αρχόμενη κύηση (ΜΠρΗλείας 106/2022).Σύμφωνα με το ιστορικό της υπόθεσης, η καταγγελία της σύμβασης εργασίας ανακοινώθηκε αρχικά στην εγκυμονούσα εργαζόμενη προφορικά.
Το δικαστήριο έκρινε ότι η πρώτη κατά χρονική σειρά καταγγελία αυτή είναι άκυρη και θεωρείται ως μη γενόμενη, διότι αντίκειται στις διατάξεις του άρθρου 15 παρ. 1 και 2 του Ν. 1483/1984, καθώς η ενάγουσα τελούσε σε κατάσταση εγκυμοσύνης και δεν τηρήθηκε ο έγγραφος τύπος με την επίκληση σπουδαίου λόγου.Εν συνεχεία, η εργοδότρια εταιρεία, τελώντας πλέον σε γνώση της εγκυμοσύνης της ενάγουσας, αφού της είχε γνωστοποιηθεί τόσο προφορικά όσο και εγγράφως, κοινοποίησε στην ενάγουσα τη δεύτερη κατά χρονική σειρά καταγγελία της σύμβασης εργασίας της, αυτή τη φορά τηρώντας τον έγγραφο συστατικό τύπο και επικαλούμενη σπουδαίο λόγο.
Το δικαστήριο επεσήμανε ότι, παρ’ όλο που η εργοδότρια εταιρεία δεν κοινοποίησε την έγγραφη καταγγελία της προς την αρμόδια Επιθεώρηση Εργασίας ως όφειλε, λόγω της ιδιότητας της εργαζομένης ως εγκύου, η παράλειψη αυτή δεν επιφέρει ακυρότητα της καταγγελίας. Και τούτο, διότι σκοπός της εν λόγω υποχρέωσης είναι η ενημέρωση της αρμόδιας Υπηρεσίας Εργασίας, προκειμένου αυτή να επιληφθεί συναφών με την καταγγελία συνεπειών, όπως η καταχώρηση του απολυομένου στον κατάλογο ανέργων και η καταβολή επιδόματος ανεργίας.
Η εναγομένη εταιρεία, ως σοβαρούς λόγους καταγγελίας της σύμβασης εργασίας της ενάγουσας, επικαλείτο τη μη ανταπόκρισή της στα εργασιακά της καθήκοντα και στις απαιτήσεις της ως εργοδότριας και τη μη συμμόρφωσή της στις εντολές και οδηγίες της, βλάπτοντας με τον τρόπο αυτό την επιχείρησή της. Όλοι οι επιμέρους ένδικοι ισχυρισμοί της εργοδότριας εταιρείας, οι οποίοι κατατείνουν στην απόδειξη σπουδαίου λόγου για την εγκυρότητα της απόλυσης εγκύου εργαζομένης, απορρίφθηκαν από το δικαστήριο ως αόριστοι ή ουσία αβάσιμοι, καθόσον δεν αποδείχθηκαν από κάποιο αξιόπιστο αποδεικτικό μέσο.
Το δικαστήριο έκρινε ότι δεν υφίστατο σπουδαίος λόγος καταγγελίας της σύμβασης, ούτε αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα με τη συμπεριφορά της δολίως δημιούργησε τις συνθήκες που δικαιολογούσαν την καταγγελία της σύμβασης εργασίας της.
Περαιτέρω, το δικαστήριο δέχθηκε ότι δεν αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα απολύθηκε λόγω της εγκυμοσύνης της. Ειδικότερα, δεν προέκυψε ότι η εναγομένη κατά τον χρόνο της πρώτης καταγγελίας της σύμβασης εργασίας της ενάγουσας γνώριζε ή, τουλάχιστον, υποψιαζόταν ότι ήταν έγκυος, πριν της γνωστοποιήσει τούτο η ίδια η ενάγουσα, και ότι η εγκυμοσύνη της ήταν η πραγματική αιτία της απόλυσής της.
Ωστόσο, από τα όσα αβάσιμα ισχυρίστηκε η εναγομένη στην εξώδικη δήλωση – καταγγελία της, που συνιστούν εκ μέρους της παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά, προσεβλήθη η προσωπικότητα της ενάγουσας, καθώς μειώθηκε η τιμή και η υπόληψή της ως εργαζομένης και, για το λόγο αυτό κρίθηκε πως δικαιούται χρηματικής ικανοποίησης για την αποκατάσταση της ηθικής της βλάβης.
Κατόπιν των ανωτέρω, το δικαστήριο κατέληξε πως και η δεύτερη χρονικά καταγγελία, που έλαβε χώρα χωρίς σπουδαίο λόγο ήταν άκυρη και δεν επέφερε έννομα αποτελέσματα ως αντικείμενη στις διατάξεις του άρθρου 15 παρ.1 και 2 του Ν.1483/1984, η δε άρνηση της εναγομένης να αποδέχεται εφεξής τις προσηκόντως προσφερόμενες υπηρεσίες της ενάγουσας ήταν παράνομη, με συνέπεια να έχει περιέλθει σε κατάσταση υπερημερίας εργοδότη κατά τις διατάξεις των άρθρων 349,350 και 656 ΑΚ.
Επεσήμανε δε ότι η καταγγελία της σύμβασης εργασίας της ενάγουσας είναι άκυρη άνευ της συνδρομής σπουδαίου λόγου, ανεξάρτητα αν η εναγομένη γνώριζε την εγκυμοσύνη της, την οποία εν προκειμένω, όπως αποδείχθηκε, κατά τον χρόνο της καταγγελίας γνώριζε.
Αποζημίωση 21.339 ευρώ επέβαλλε το δικαστήριο
Εν έτει 2022 ακόμη υπάρχουν ιδιωτικές επιχειρήσεις που αρνούνται να ικανοποιήσουν τις στοιχειώδεις διατάξεις του νόμου, γύρω από θέματα εργατικής νομοθεσίας, φτάνοντας στο σημείο να επιρρίψουν ευθύνες στην έγκυο υπάλληλο τους. Χαρακτηριστική περίπτωση, εταιρία φαρμακευτικών ειδών, η οποία καλείται να καταβάλει αποζημίωση ύψους21.339 ευρώ , καθώς επιχείρησε να απολύσει χωρίς προηγούμενη προειδοποίηση από την εργασία της εργαζόμενη, παρά το γεγονός ότι η γυναίκα ενημέρωσε ότι βρισκόταν σε κατάσταση κύησης.
Το Μονομελές Εφετείο Πατρών που εξέτασε την υπόθεση της εργαζόμενης μετά την απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ηλείας, τάχθηκε στο πλευρό της, παρά το γεγονός ότι η εταιρία επιχείρησε να παρουσιάσει την υπάλληλο ως ανίκανη να εκτελέσει τα καθήκοντα της, δημιουργώντας συχνά προβλήματα στην παραγωγή.
Μάλιστα, η εργοδότρια επιχείρηση έφτασε στο σημείο να ορίσει ως μάρτυρες της δύο άλλους εργαζόμενους, προκειμένου να υποστηρίξουν πως η έγκυος γυναίκα είχε κακή συμπεριφορά προς τους πελάτες, ενώ ζημίωνε την επιχείρηση επειδή μερικές φορές την εβδομάδα καθυστερούσε στη βάρδια της για… 10 ολόκληρα λεπτά.
“Συνεπώς οι ένδικοι ισχυρισμοί της εταρείας ότι η ενάγουσα πλημμελώς εκτελούσε τα συμβατικά της καθήκοντα και επιδείκνυε ανάρμοστη συμπεριφορά σε διάφορους πελάτες της φαρμακοποιούς, με αποτέλεσμα να έχουν διατυπωθεί επανειλημμένως παράπονα σε βάρος της από αυτούς, και οι οποίοι κατατείνουν στην απόδειξη σπουδαίου λόγου για την εγκυρότητα της απόλυσης εγκύου εργαζομένης, τυγχάνουν στο σύνολό τους απορριπτέοι ως ουσία αβάσιμοι, εφόσον δεν αποδείχθηκαν από κάποιο αξιόπιστο αποδεικτικό μέσο” αναφέρει στο σκεπτικό του το δικαστήριο και προσθέτει: “Επίσης, ο ισχυρισμός της εταιρείας περί καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος εκ μέρους της ενάγουσας είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, επειδή δεν υφίστατο σπουδαίος λόγος καταγγελίας της σύμβασης ούτε αποδείχθηκε ότι η υπάλληλος με τη συμπεριφορά της δολίως δημιούργησε τις συνθήκες που δικαιολογούσαν την καταγγελία της σύμβασης εργασίας της”.



















