Υπουλο χτύπημα… σε βάρος των νοικοκυριών από τις αλυσίδες σούπερ μάρκετ, οι οποίες προχώρησαν όλες μαζί σε αυξήσεις τιμών των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας. Οι ανατιμήσεις, όπως αποκαλύπτουν στοιχεία του Παρατηρητηρίου Τιμών του υπουργείου Ανάπτυξης και δημοσιεύει το «Εθνος της Κυριακής», έγιναν σε όλη την γκάμα των φθηνών βασικών αγαθών.
Τρόφιμα, γάλατα, απορρυπαντικά, καλλυντικά και χαρτικά ακρίβυναν έως και 23,48% σε μια περίοδο κατά την οποία οι οικογένειες δεν προλαβαίνουν να μετρούν τις απώλειες των εισοδημάτων τους, από τα φορολογικά μέτρα, την ανεργία και τις μειώσεις των μισθών.
Οι πολυεθνικές και εγχώριες αλυσίδες σούπερ μάρκετ ακριβαίνουν τα ιδιωτικής ετικέτας προϊόντα, στα οποία καταγράφεται μεγάλη αύξηση της ζήτησης, καθώς οι καταναλωτές αναζητούν τρόπους εξοικονόμησης δαπανών. Πωλούνται φθηνότερα σε σχέση με τα επώνυμα είδη, αφού δεν επιβαρύνονται από κόστη διαφήμισης, προβολής στα ράφια και συσκευασίας. Οι όμιλοι του λιανεμπορίου αποκομίζουν καθαρά κέρδη από τη συγκεκριμένη κατηγορία των προϊόντων.
Εβαλαν “φωτιά” στα φθηνά ράφια!
Οπως αποκαλύπτουν τιμοληψίες του «Εθνους της Κυριακής», τρόφιμα, καλλυντικά, χαρτικά και είδη υγιεινής ανατιμήθηκαν προκαλώντας τεράστια επιβάρυνση των οικογενειών. Σε αυτήν την πρωτόγνωρη εποχή, όπου η ύφεση και τα μέτρα λιτότητας γονατίζουν… τους εργαζόμενους και τους συνταξιούχους, οι αλυσίδες σούπερ μάρκετ επέλεξαν να κάνουν το δικό τους χτύπημα και μάλιστα στα είδη εκείνα τα οποία δεν είναι επώνυμα (σ.σ.: δεν έχουν τη φίρμα εγχώριων και πολυεθνικών επιχειρήσεων), αλλά παράγονται από μικρές επιχειρήσεις για λογαριασμό των λιανεμπόρων.
Η ζήτηση στη συγκεκριμένη κατηγορία των αγαθών έχει μεγάλη αύξηση. Μάλιστα αυτά αποτελούν το 20% των ραφιών ενός καταστήματος σούπερ μάρκετ και, σύμφωνα με τελευταίες έρευνες, έχει μετρηθεί πως ένα στα πέντε νοικοκυριά τα επιλέγει λόγω της ακρίβειας των υπόλοιπων αγαθών. Την ίδια στιγμή και σύμφωνα με πληροφορίες, αλυσίδες σούπερ μάρκετ χρησιμοποιούν τα «ιδιωτικής ετικέτας» ως μέσο άσκησης πίεσης προς τους προμηθευτές τους, προκειμένου να πετυχαίνουν μεγαλύτερες εκπτώσεις στα επώνυμα προϊόντα, οι οποίες όμως δεν περνούν στους καταναλωτές.
Ταυτόχρονα πολυεθνικά σούπερ μάρκετ έχουν φτάσει στο σημείο να χρωστούν χρήματα έως και έξι μήνες σε βιομηχανίες τροφίμων, καταβάλλοντάς τους έναντι κάποια ποσά με πρόσχημα την έλλειψη ρευστότητας.