Ο Ιμπραήμ σαρώνει την Μεσσηνία και κατευθύνεται στην Ηλεία, το φθινόπωρο του 1825, με απώτερο στόχο να φτάσει στο Μεσολόγγι και να ενισχύσει την υπό τον Κιουταχή Πολιορκία της πόλεως. Την ίδια εποχή, υπό την πίεση των Ελληνικών ηττών, απελευθερώνονται οι φυλακισμένοι της Ύδρας και ο Θ. Κολοκοτρώνης ζητά, τον Οκτώβριο του 1825, από του Ανδ. Ζαΐμη, Δημ. Πλαπούτα, Γ. Σισίνη και Νικ. Σταματελόπουλο, να οργανώσουν την άμυνα των περιοχών τους, ανάμεσα στις οποίες και η Ηλεία.
Οι Τουρκοαιγύπτιοι του Ιμπραήμ περνούν από το Κλειδί της Αγουλινίτσας και παρά τις απώλειές τους, φτάνουν στον Πύργο μεταδίδοντας τον τρόμο. Οι Έλληνες προσπαθούν να τον σταματήσουν στα Σαβάλια, αλλά ο Ιμπραήμ φτάνει στην Γαστούνη, την πρώτη εβδομάδα του Νοεμβρίου 1825, μέσα από αρπαγές, καταστροφές και πυρκαγιές.
Η Μάχη του Βαρθολομιού έγινε κατά τις 9 με 11 Νοεμβρίου 1825, καθώς οι Τουρκοαιγύπτιοι υπό τον Χουσεΐν Μπέη, κατευθύνθηκαν στο Βαρθολομιό. Τους πρώτους 100 εχθρικούς ιππείς αντιμετώπισαν οι Έλληνες στο Βαρθολομιό και έστειλαν τις οικογένειες τους στο Κάστρο Χλεμούτσι και 100 Έλληνες γύρισαν να αντιμετωπίσουν τους εισβολείς. Οι τελευταίοι είχαν ξεπεράσει σε αριθμό τους χίλιους.
Η Μάχη έληξε με μεγάλη φθορά για τους Τούρκους, με πάνω από 1000 νεκρούς εχθρούς, όπως αναφέρει ο Αμβρόσιος Φραντζής, «ως εμαρτύρησαν τα εις τον τόπον της ανίσου εκείνης μάχης ευρεθέντα εχθρικά πτώματα. Οι δε περί το Βαρθαλαμιόν απομείναντες εχθροί, εφόρμησαν εναντίον των κεκλεισμένων 100 Ελλήνων, εκ των οποίων εφονεύθησαν 56, εκ δε των εχθρών τόσοι πολλοί, ώστε απελπισθέντες οι εναπολειφθέντες, περί την εσπέραν έφυγον αισχρώς εις την Γαστούνην, αφέντες και τους νεκρούς των ατάφους».
Κατά τον Γεώργιο Σισίνη «…εφονεύθησαν και εδικοί μας ως 57 και ένας καπετάνιος, ονόματι καπετάν Πανάγος Τζεκούρας, από Βρανά και εκείνος ο καλός άνθρωπος καπετάν Πανάγος Βέρας από Βαρθαλαμιού…»
Η σημασία της μάχης φαίνεται από τα όσα γράφει ο ιστορικός και πιστός ακόλουθος του Θ. Κολοκοτρώνη, ο Φωτάκος, στα «Απομνημονεύματα» του:
«…η μάχη αυτή είναι μία εκ των μεγαλυτέρων και σημαντικωτέρων, όσαι μέχρι τούδε είχαν γίνει εναντίον του Ιμβραήμ…»
Ανδρέας Μίγκος