Μπορεί η καρδιοπάθεια να θεωρείται κατ’ εξοχήν «αντρική υπόθεση», όμως τα στατιστικά δεν φαίνεται να συμφωνούν, αφού υποδεικνύουν ότι είναι εξίσου συχνή στις γυναίκες και μάλιστα αποτελεί την κυριότερη αιτία θανάτου και για τα δύο φύλα.
Μια νέα επιστημονική μελέτη που πραγματοποιήθηκε στις ΗΠΑ παρουσιάζει μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα σχέση ανάμεσα στην καρδιακή ανεπάρκεια και στο αναπαραγωγικό ιστορικό των γυναικών.
Δεν είναι η πρώτη μελέτη που εστιάζει στο αναπαραγωγικό ιστορικό και στον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου στον γυναικείο πληθυσμό. Για παράδειγμα, παλαιότερα στοιχεία έχουν υποδείξει ότι η ηλικία τεκνοποίησης συνδέεται με τον κίνδυνο διαφόρων μορφών καρδιοπάθειας, όπως η αρρυθμία.
Αυτή τη φορά, τα νέα ευρήματα που δημοσιεύονται στην επιθεώρηση Journal of the American College of Cardiology δείχνουν ότι η ηλικία εμμηνόπαυσης και η τεκνοποίηση είναι δύο παράγοντες που εμπλέκονται στην εκδήλωση της καρδιακής ανεπάρκειας.
Πιο συγκεκριμένα, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι ο κίνδυνος καρδιακής ανεπάρκειας είναι μεγαλύτερος για τις γυναίκες που μπαίνουν πρόωρα στην εμμηνόπαυση αλλά και για αυτές που δεν κάνουν παιδί κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγικής τους ζωής.
Όπως αναφέρει η Νίσα Πάριχ, μία εκ των συντακτών της μελέτης από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Σαν Φρανσίσκο, σύμφωνα με τη βρετανική Guardian, η αναπαραγωγική περίοδος και η εγκυμοσύνη «αποτελούν παράγοντες που επηρεάζουν τον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου στις γυναίκες».
Για να καταλήξουν στα παραπάνω συμπεράσματα, η Πάριχ και οι συνεργάτες της ανάλυσαν δεδομένα που αφορούσαν 28.516 γυναίκες, εστιάζοντας σε ποικίλους αναπαραγωγικούς παράγοντες και στο ιστορικό καρδιακής ανεπάρκειας.
Αφού συνυπολόγισαν παραμέτρους όπως η ηλικία, το μορφωτικό επίπεδο, ο δείκτης μάζας σώματος και η υστερεκτομή κ.ά., οι ερευνητές εντόπισαν τις συσχετίσεις ανάμεσα σε δύο αναπαραγωγικούς παράγοντες, την ηλικία έναρξης της εμμηνόπαυσης και την τεκνοποίηση, και στον κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας. Για κάθε επιπλέον χρόνο που παρατεινόταν η έλευση της εμμηνόπαυσης υπολογίστηκε ότι ο κίνδυνος καρδιακής ανεπάρκειας μειωνόταν κατά 1%, ενώ για τις γυναίκες που δεν είχαν κάνει παιδιά ο κίνδυνος διαστολικής καρδιακής ανεπάρκειας ήταν αυξημένος κατά 2,75 φορές.
Αν και οι ερευνητές δεν αναζήτησαν τις ακριβείς αιτίες πίσω από το φαινόμενο, αναφέρουν ότι σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία η εξήγηση βρίσκεται στις ορμόνες του φύλου, όπως τα οιστρογόνα, και στη διάρκεια της έκθεσης μιας γυναίκας σε αυτές.